- λῆδα
- λῆδονshrubneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λήδα — Λήδᾱ , Λήδη fem nom/voc/acc dual Λήδᾱ , Λήδη fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λήδᾳ — Λήδᾱͅ , Λήδη fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λήδα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του βασιλιά της Αιτωλίας, Θέστιου, και σύζυγος του Τυνδάρεω, βασιλιά της Σπάρτης. Ο Δίας ενώθηκε μαζί της με τη μορφή κύκνου και η Λ. γέννησε ένα αβγό, απ’ όπου προήλθαν οι Διοσκούροι… … Dictionary of Greek
Λήδα — η αρχαίο και σύγχρονο κύριο όνομα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λήδα — λή̱δᾱ , λῆδος a cheap common dress neut nom/voc/acc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λήδας — Λήδᾱς , Λήδη fem acc pl Λήδᾱς , Λήδη fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Леда — (Λήδα, Λήδη) дочь этольского царя Фестия. Поразившись красотой Л., Зевс предстал перед ней в образе лебедя, и плодом их союза были Полидевк и Елена. По другим сказаниям, Елена вышла из яйца Л., оплодотворенного олимпийским лебедем. Имя Λήδη… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Λήδαι — Λήδᾱͅ , Λήδη fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λήδαν — Λήδᾱν , Λήδη fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θέστιος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ηγεμόνας της Πλευρώνας στην Αιτωλία. Ο Παυσανίας τον αναφέρει ως γιο του Αγήνορα, ενώ ο Απολλόδωρος ως γιο του Άρη και της Δημονίκης. Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, ο Θ. ήταν αδελφός του Εύηνου, του Μώλου και του Πύλου και … Dictionary of Greek